31 Δεκεμβρίου 2007

Αρχή...μια καλή, μια νέα

Πήρα ιδέες από κάτι τρομακτικό. Κάτι που με έκανε να ξεκινήσω και εγώ.
Το σκεφτόμουν καιρό, αλλά πάντα έλεγα στο τέλος '
μα είναι αυτά πράγματα για μένα'.
Και ακόμα δεν ξέρω εάν θα έχω τον χρόνο να ασχοληθώ μαζί σου.
Απλά κάνω μία αρχή.
Θα δούμε το αποτέλεσμα σε λίγο καιρό φαντάζομαι. Πάντως θα έχω κάτι να μιλάω. Θα έχω εσένα.

30 Δεκεμβρίου 2007

Τι παίζει και δεν παίζει

Στραβά αρχίσαμε. Τίποτα ακόμα και προσπαθώ τόση ώρα.

29 Δεκεμβρίου 2007

Το στήσαμε

Τελείωσε λοιπόν το στήσιμο του blog.

Έτοιμο να γράψω, να αρχίσω αυτό που χρόνια ονειρευόμουνα… να γράψω.
Αφιερώνω λοιπόν αυτό το όνειρό μου στην σύζυγο μου Ιουλία που με έμαθε να γίνω σύντροφος της και εραστής της. Θέλω απλά να της πω ‘Είμαι εσύ’.

Αφιερώνω αυτό το όνειρο μου στον γιο μου Κωνσταντίνο. Ο πρωτότοκος. Το παλικαράκι μου, που με έμαθε να μεγαλώσω, να γίνω μπαμπάς και παραστάτης.

Αφιερώνω αυτό το όνειρο μου στον γιο μου Δημήτρη. Τη γλυκιά φατσούλα.
Που μου έμαθε πως όλα είναι παιχνίδι, πως όλα χρειάζονται υπομονή.
Το γλειφιτζουράκι μου. Από αυτόν τον χαρακτηρισμό ονόμασα και το blog.

28 Δεκεμβρίου 2007

27 Δεκεμβρίου 2007

Η κυρία Βικτόρια
Το σπίτι είχε γεμίσει με κόσμο. Όλοι παλιοί γνώριμοι. Γερασμένοι πια, αλλά γνώριμοι. Κάπου τους είχες ξαναδεί. Στην μέση του σαλονιού, η κυρία Βικτόρια με την γαλήνη που πάντα θυμόμουν, είχε αφήσει τον κόσμο αυτό και ταξίδευε προς τον δικό της παράδεισο.

Πόσο θα μου λείψει. Η κυρία Βικτόρια. Η δασκάλα μου. Η δασκάλα μας. Τι ωραία τα ανέμελα εκείνα χρόνια. Έφηβες γεμάτες πάθος για ζωή, αλλά εγκλωβισμένες μέσα στα στενά περιθώρια του Farley, πιστεύαμε ότι πιο πέρα ήταν ο παράδεισος. Μικρή θυμάμαι είχα πάει μία φορά στο Λονδίνο. Έλεγα για χρόνια τι είχα δει, σε όλη την παρέα. Ήμουν η κοσμογυρισμένη. Οι άλλες δεν είχα πάει ποτέ πιο πέρα από το Salisbury.

Η παρέα. Η σχολική παρέα. Που σήμερα ήρθε εδώ για να χαιρετήσει την κυρία Βικτόρια. Ένα τσούρμο από γερασμένες κυρίες, που προσπαθούν με λίγο κραγιόν και μπόλικο μέϊκ-απ να ξεγελάσουν τον χρόνο. Ένα τσούρμο από ζαρωμένους κυρίους, που πριν χρόνια πυρπολούσαν τις καρδίες μας.

-Άννα! Γλυκιά μου Άννα….έχω 35 χρόνια να σε δω, και είσαι η μόνη που μπορώ να αναγνωρίσω εδώ μέσα. Ο χρόνος γλυκιά μου ήταν πολύ καλός μαζί σου.

-Εύα!!! Εύα εσύ…..δεν περίμενα ότι θα σε έβλεπα ποτέ. Από την ώρα που ήρθα προσπαθώ να βρω εσένα, την Μάρθα ή την Νάντια. Στο τέλος είπα ότι δεν θα μάθατε για την κηδεία ή δεν θα μπορούσατε να έρθετε.

-Η Μάρθα και η Νάντια είναι στον κήπο. Για την Μάρθα δεν είναι εύκολο να κινείτε σε τόσο κόσμο και είπαμε να βγούμε στον κήπο. Έλα πάμε …σε περιμένουν.

Η Εύα τράβηξε την Άννα με τόση δύναμη που παραλίγο να της πέσει το ποτήρι με το χυμό από το χέρι. Άρχισαν ένα ξέφρενο σλάλομ ανάμεσα στον κόσμο που είχε αρχίσει να μαζεύεται σε όλο το σπίτι˙ η κυρία Βικτόρια ήταν δασκάλα στο Farley επί 39 χρόνια, οπότε οι μαθητές της αριθμούνται σε εκατοντάδες.


Αφού χαμογέλασαν σε παλιούς γνώριμους, που άλλοι έμεναν έκπληκτοι με την ταχύτητα που τους προσπερνούσαν και άλλοι έβγαζαν μια ξινίλα ώστε όλο τους το πρόσωπο να φωνάζει πως δεν χάρηκαν που σε συνάντησαν, έφτασαν στην πόρτα της κουζίνας που οδηγούσε στον κήπο.
Αν και είχαν έρθει αμέτρητες φορές σε αυτό το σπίτι˙ άλλοτε για βοήθεια σε κάποια μαθήματα, άλλοτε για να πάρουν άδεια για την διοργάνωση μιας γιορτής στην αυλή του σχολείου, μόλις σήμερα είδαν το πόσο μεγάλο ήταν. Τέσσερα δωμάτια όλο κι όλο, άλλα το μέγεθός τους ξεπερνούσε κάθε λογική. Η Εύα συλλογίστηκε πως άνετα μέσα στην κουζίνα μπορούσε να χωρέσει ολόκληρη η καλύβα που ο παππούς της ονόμαζε φάρμα.